- ἀγκοτύλη
- ἀγκοτύλη, ἡ, a game, Hsch. [full] ἀγκταλιάζει· ἄγχει, Hsch. [full] ἄγκτειρα, ἡ, fem. of sq.,A
ποιναί Orac.Chald.265
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ποιναί Orac.Chald.265
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αγκοτύλη — ἀγκοτύλη, η (Α) είδος παιχνιδιού (βλ. κοτύλη) … Dictionary of Greek
κοτύλη — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 90 μ., 40 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 25 χλμ. Δ της πόλης του Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυκάστρου. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 580 μ., 456 κάτ.) του… … Dictionary of Greek